Το νέο σύστημα για την εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι πλέον «ανταγωνιστικό»
Το εναρκτήριο λάκτισμα για ένα νέο κύμα επενδύσεων στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας δίνει το νέο θεσμικό πλαίσιο που εκπόνησε το υπουργείο Περιβάλλοντος, το ενέκρινε η Κομισιόν και το οποίο, πλέον, εξειδικεύει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
Το νέο σύστημα για την εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι πλέον «ανταγωνιστικό». Πρακτικά, η χώρα μας θα προκηρύσσει μειοδοτικούς διαγωνισμούς για συγκεκριμένη ισχύ. Άδεια εγκατάστασης θα παίρνουν εκείνοι οι επενδυτές που ζητούν, για το ρεύμα που παράγουν, τη μικρότερη ενίσχυση από το σύστημα.
Τη φετινή χρονιά ολοκληρώνεται οριστικά ένας πολυετής κύκλος ανάπτυξης που βασίστηκε σε ένα σύστημα επιδότησης με καθορισμένες εκ των προτέρων τιμές αποπληρωμής της παραγόμενης ενέργειας.
Ταυτόχρονα ξεκινά για τον κλάδο το επόμενο στάδιο που θα έχει διάρκεια 3 ετών, μέχρι το 2020. Στην τριετία αυτή θα πραγματοποιηθούν διαγωνισμοί για την εγκατάσταση συνολικά 2.600 MW αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων, γεγονός που «μεταφράζεται» σε επενδύσεις περίπου 2,6 δισ. ευρώ.
Πρόκειται για μια νέα «άνοιξη» για τις επενδύσεις ΑΠΕ που εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει χιλιάδες θέσεις εργασίας, ειδικά στον τομέα των φωτοβολταϊκών, όπου μεσολάβησε μακρά περίοδος στασιμότητας με αποτέλεσμα πολλές από τις εταιρείες που είχαν κατά το παρελθόν δραστηριοποιηθεί να κλείσουν ή να μειώσουν το στελεχιακό τους δυναμικό.
Σύμφωνα με την πρόταση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας που παρουσιάστηκε την προηγούμενη εβδομάδα, η συνολική ισχύς των 2.600 MW θα «σπάσει» σε διαγωνισμούς ως εξής: Το 2018 θα δημοπρατηθούν 300 MW φωτοβολταϊκών σταθμών, 300 MW αιολικών σταθμών και 400 MW με πιλοτικές κοινές ανταγωνιστικές διαδικασίες, δηλαδή με συμμετοχή στους διαγωνισμούς τόσο αιολικών όσο και φωτοβολταϊκών έργων.
Ο πρώτος διαγωνισμός θα γίνει τον Ιούνιο, ο δεύτερος τον Αύγουστο και ο τρίτος προς το τέλος του έτους. Το 2019 θα γίνουν πάλι τρεις δημοπρασίες: 300 MW φωτοβολταϊκών σταθμών και όση ισχύς έμεινε αδιάθετη από την προηγούμενη χρονιά, 300 MW αιολικών σταθμών και όση ισχύς έμεινε αδιάθετη από την προηγούμενη χρονιά, καθώς και 400 MW με κοινές ανταγωνιστικές διαδικασίες. Το 2020 θα γίνουν δύο δημοπρασίες: 300 MW φωτοβολταϊκών σταθμών και όση ισχύς έμεινε αδιάθετη από την προηγούμενη χρονιά και 300 MW αιολικών σταθμών και όση ισχύς έμεινε αδιάθετη από την προηγούμενη χρονιά.
Ως προς τη διαδικασία του διαγωνισμού και για να προφυλαχθεί ο ανταγωνισμός, προβλέπεται ελάχιστο επίπεδο ανταγωνισμού της τάξης του 80%, δηλαδή για δημοπρατούμενη ισχύ 100 MW θα πρέπει να έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον συμμετοχής για τουλάχιστον 180 MW. Πρακτικά για τις δημοπρασίες των 300 MW θα πρέπει να υπάρχει συμμετοχή στον διαγωνισμό 540 MW, ενώ για τις δημοπρασίες των 400 MW θα πρέπει να υπάρχει συμμετοχή 720 MW.
Ως προς τις τιμές, στους διαγωνισμούς θα υπάρχει συγκεκριμένη ανώτατη τιμή εκκίνησης, διαφορετική για κάθε κατηγορία:
– Κατηγορία Ι (φωτοβολταϊκά κάτω του 1 MW): 95 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
– Κατηγορία ΙΙ (φωτοβολταϊκά από 1 έως 10 MW): 85 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
– Κατηγορία ΙΙΙ (αιολικά από 3 έως 50 MW): 95 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Για τα φωτοβολταϊκά άνω των 10 MW και τα αιολικά άνω των 50 MW η τιμή θα είναι η μεσοσταθμική του προηγούμενου διαγωνισμού.
Ως προς το περιεχόμενο των προτάσεων της ΡΑΕ, η αγορά φαίνεται να παίρνει θετική στάση. Τα ερωτήματα που θέτουν κύκλοι της αγοράς αφορούν στο εάν και κατά πόσο υπάρχουν ώριμα έργα ικανά σε αριθμό να καλύψουν τους φιλόδοξους στόχους των δημοπρασιών, πολλώ δε μάλλον τον κανόνα του 80% (για κάθε 100 MW να υπάρχει συμμετοχή στον διαγωνισμό 180 MW).
Επιπλέον, αν και η κατάσταση είναι βελτιωμένη σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, τα ελληνικά έργα συνεχίζουν να επιβαρύνονται στο κόστος χρηματοδότησης (ρίσκο της χώρας), γεγονός που αναμένεται να αποτυπωθεί τουλάχιστον στις προσφορές των πρώτων διαγωνισμών.
Για τις υπόλοιπες τεχνολογίες ΑΠΕ (βιομάζα, βιοαέριο, μικρά υδροηλεκτρικά, υβριδικά κ.λπ.) καθώς και για σταθμούς συμπαραγωγής θερμότητας- ηλεκτρισμού δεν προβλέπονται διαγωνισμοί, καθώς δεν υπάρχει τέτοιο ενδιαφέρον που να δημιουργεί ανταγωνισμό. Ωστόσο θα μπουν κάποιες δικλίδες ώστε αν το ενδιαφέρον είναι αυξημένο να οργανώνονται -τότε- διαγωνισμοί. Με τις δικλίδες αυτές, για παράδειγμα, αν ανά τεχνολογία οι υπογραφές όρων σύνδεσης ξεπερνούν τα 20 MW ή αν μπουν σε λειτουργία σε έναν χρόνο πάνω από 50 MW, τότε θα αίρεται το καθεστώς της εγκατάστασης χωρίς διαγωνισμό.
Να σημειωθεί, τέλος, ότι μετά το 2020 θα υπάρξει και νέα αλλαγή στο μοντέλο λειτουργίας των ΑΠΕ, που πλέον θα εντάσσονται στην αγορά σε συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού στο πλαίσιο της εφαρμογής του μοντέλου στόχος (target model).
Καλή χρονιά το 2017
Το 2017 ήταν μια καλή χρονιά για την αιολική αγορά. Για την ακρίβεια, ήταν η δεύτερη καλύτερη χρονιά στην ιστορία της αγοράς ως προς τις νέες εγκαταστάσεις αφού, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία, προστέθηκαν πάνω από 300 MW νέων αιολικών πάρκων.
Ταυτόχρονα το 2017 ήταν έτος-ρεκόρ και ως προς τις νέες παραγγελίες ανεμογεννητριών, σύμφωνα με στοιχεία που έχουν παράσχει οι εταιρείες του κλάδου. Αυτό σημαίνει ότι για φέτος ο πήχης μπαίνει ψηλά και αναμένεται να εγκατασταθούν πάνω από 250 MW νέων αιολικών στο σύστημα.
«Οι εταιρείες του κλάδου των αιολικών έδειξαν αντοχή και οικονομικό πατριωτισμό, ενίσχυσαν την εξωστρέφειά τους, αλλά όχι σε βάρος των ελληνικών επενδύσεων» τονίζει ο Παναγιώτης Λαδακάκος, πρόεδρος της ΕΛΕΤΑΕΝ, του φορέα που εκπροσωπεί τις εταιρείες αιολικής ενέργειας. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι ο ενεργειακός σχεδιασμός της χώρας θα πρέπει να προσανατολιστεί στους στόχους του 2030 και παραπέρα, ενώ χαιρέτισε το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει θέσει φιλόδοξους στόχους που τοποθετούν τη χώρα μας στην πρωτοπορία της Ευρώπης.
Πηγή: news247 (Αναδημοσίευση από την “Ημερησία” του “Έθνους της Κυριακής”, του Θοδωρή Παναγούλη)