Επιβεβλημένη χαρακτηρίζει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) την ανάγκη επενδύσεων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης σε μια διευρυμένη κατηγορία εφαρμογών -από οικιακή έως βιομηχανική- προκειμένου οι τοπικές κοινωνίες να «απολαύσουν» τους καρπούς της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, μέσα από την αξιοποίηση του λεγόμενου «κρυφού καυσίμου».
Στη νέα μελέτη, που φέρει τον τίτλο «Capturing the Multiple Benefits of Energy Efficiency», επισημαίνεται πως τα οφέλη της ενεργειακής απόδοσης, ξεπερνούν το πεδίο της απλής μείωσης στη ζήτηση ενέργειας, επαναπροσδιορίζοντας τη συζήτηση αναφορικά με το «κρυφό καύσιμο». Το «κρυφό καύσιμο» έχει τη δυνατότητα να στηρίξει την οικονομικο-κοινωνική ανάπτυξη, προωθώντας περαιτέρω την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, ενώ παράλληλα εξασφαλίζει την ασφάλεια του ενεργειακού συστήματος, προσδίδοντας επιπλέον κέρδη.
Ο Οργανισμός έχει αναφέρει και σε παλαιότερες αναλύσεις του ότι η ενεργειακή απόδοση έχει τη δυνατότητα να τονώσει την οικονομική ανάπτυξη και παράλληλα να μειώσει την ενεργειακή ζήτηση. Παρόλο όμως τον σημαίνοντα ρόλο της, ο IEA εκτιμά ότι υπό το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, θα παραμείνουν αναξιοποίητες οι οικονομικά βιώσιμες δυνατότητες της ενεργειακής απόδοσης έως το 2035.
Σύμφωνα με τον IEA αυτό θα συμβεί, καθότι η ενεργειακή απόδοση είναι υποτιμημένη. Η νέα μελέτη παρέχει παραδείγματα για το πώς τα υπάρχοντα εργαλεία και οι μεθοδολογίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις μετρήσεις και για την αποτίμηση της αξίας της ενεργειακής απόδοσης για την οικονομία και την κοινωνία.
Για παράδειγμα, αναδεικνύει το μείζον ζήτημα της αξίας της παραγωγικότητας και τα λειτουργικά οφέλη μιας βιομηχανίας που αναβαθμίστηκε, επισημαίνοντας πως η περίοδος απόσβεσης των μέτρων ενεργειακής απόδοσης διήρκησε από 1,9 έως 4,2 έτη. Την ίδια στιγμή, το ζήτημα αφορά και εκατομμύρια νοικοκυριά, τα οποία βελτιώνουν τη θερμότητα των κατοικιών μέσω της ενεργειακής απόδοσης. Χρηματικά, αποτιμώντας το συγκεκριμένο όφελος, ο IEA υπολογίζει ότι τα νοικοκυριά θα εξοικονομούν 4 δολάρια για κάθε 1 δολ. που έχουν επενδύσει.
«Η έκθεση ουσιαστικά αποδεικνύει στις τοπικές κυβερνήσεις ότι επιβάλλεται να επενδύσουν περισσότερο στην καταμέτρηση των επιπτώσεων της πολιτικής τους στην ενεργειακή απόδοση, ώστε να κατανοήσουν τον ρόλο της στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της κάθε χώρας», όπως επισημαίνει η διευθύντρια του οργανισμού, Μαρία βαν ντερ Χόεβεν, τονίζοντας πως «η ενεργειακή απόδοση μπορεί να αποκαλείται και ως "κρυφό καύσιμο", αλλά υπάρχει σε κοινή θέα».
Μέχρι στιγμής, η αγορά της ενεργειακής απόδοσης αυξάνεται με τις συνολικές ετήσιες επενδύσεις να ανέρχονται σε 300 δισ. δολ. το 2012, ποσό αντίστοιχο με τα κεφάλαια που επενδύονται στην παραγωγή άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η εξοικονόμηση που προσφέρει είναι κλάσης ανώτερη από την ενέργεια που παρέχεται από οποιοδήποτε άλλο καύσιμο, καθιστώντας την ενεργειακή απόδοση το «πρώτο καύσιμο» σε πολλές χώρες, όπως σημειώνει στη μελέτη του ο IEA.
Ενεργειακός Τομέας
Προγενέστερη αναφορά του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας για την κάλυψη των ολοένα και αυξανόμενων αναγκών στον τομέα της ενέργειας, έκανε λόγο για παγκόσμιες επενδύσεις ύψους 48 τρισ. δολ. έως το 2035. Μάλιστα, σε ειδική έκδοση που δημοσίευσε ο ΙΕΑ, αναφέρει ότι οι σημερινές ετήσιες επενδύσεις ανέρχονται σε 1,6 τρισ. δολ. και πως θα χρειαστεί να αυξηθούν σε 2 τρισ. μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Παράλληλα, οι επενδύσεις στην ενεργειακή αποδοτικότητα θα πρέπει να φτάσουν από τα 130 δισ. ετησίως στα 550 δισ. ως το 2035.
Η αξιοπιστία και η αειφορία του μελλοντικού ενεργειακού συστήματος βασίζεται στις επενδύσεις, όπως επισημαίνουν τα στελέχη του οργανισμού, τονίζοντας για ακόμα μια φορά πως απαιτούνται αξιόπιστες πολιτικές, καθώς και μακροπρόθεσμες πηγές χρηματοδότησης. Καμία από αυτές τις συνθήκες δεν θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη. Υπάρχει ένας πραγματικός κίνδυνος ελλείψεων, με επιδράσεις στην περιφερειακή και παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια, καθώς και ο κίνδυνος να γίνουν λάθος επενδύσεις, διότι οι περιβαλλοντικές απειλές δεν αντικατοπτρίζονται επαρκώς στις τιμές».
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2000, οι επενδύσεις στα καύσιμα και στον ηλεκτρισμό έχουν υπερδιπλασιαστεί διεθνώς, ενώ οι αντίστοιχες στις ΑΠΕ έχουν τετραπλασιαστεί. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ε.Ε., οι επενδύσεις σε ΑΠΕ υπήρξαν μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες στο φυσικό αέριο των ΗΠΑ. Οι ΑΠΕ μαζί με την πυρηνική ενέργεια και τα βιοκαύσιμα αποτελούν πλέον διεθνώς το 15% των ετήσιων επενδυτικών ροών. Παρόλα αυτά, πάνω από 1 τρισ. δολάρια δαπανώνται ετησίως για τα ορυκτά καύσιμα.
Όσον αφορά την εκτίμηση για επενδύσεις 48 τρισ. δολαρίων ως το 2035, τα 40 τρισ. αφορούν τις ενεργειακές πηγές και τα υπόλοιπα 8 τρισ. στην ενεργειακή απόδοση. Τα 23 τρισ. αναμένεται να δαπανηθούν για ορυκτά καύσιμα, ενώ τα 10 τρισ. θα αφορούν τον ηλεκτρισμό, με 6 τρισ. για τις ΑΠΕ και 1 τρις. για την πυρηνική ενέργεια. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι πάνω από τις μισές επενδύσεις θα χρειαστούν απλά και μόνο για να διατηρήσουν την παραγωγή στα τωρινά της επίπεδα, καθώς τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων εξαντλούνται και οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής χρειάζονται αντικατάσταση.
Πηγή : www.michanikos-online.gr