Η τεράστια συνεισφορά των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην αγορά ηλεκτρισμού και στην ελληνική οικονομία γενικότερα αναδείχθηκε στο πλαίσιο εκδήλωσης του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών Από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Ε.Σ.Η.Α.Π.Ε.), όπου παρουσιάστηκε μελέτη που εκπόνησε το Εργαστήριο Ενεργειακής Οικονομίας του ΕΜΠ με Διευθυντή τον Καθηγητή και πρώτο Πρόεδρο της ΡΑΕ κ. Παντελή Κάπρο για το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ.
Το βασικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι οι ΑΠΕ – σε αντίθεση με την εντύπωση που επιχειρείται από κάποιος να διαμορφωθεί – μειώνουν το κόστος του ρεύματος. Μάλιστα, όπως αποδεικνύεται από την μελέτη, μειώνουν την τιμή προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας τόσο πολύ, που άνετα μπορούν να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξή τους και επιπλέον να επιδοτήσουν τον καταναλωτή.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 2011, η μείωση της Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ) χάρη στις ΑΠΕ θα είναι 9,5 €/ΜWh, γεγονός που σημαίνει ότι οι Προμηθευτές θα αγοράσουν ηλεκτρική ενέργεια από τον ΔΕΣΜΗΕ φθηνότερη κατά 734 εκατομμύρια Ευρώ. Το ίδιο έτος, 2011, οι συνολικές πληρωμές προς τις μονάδες ΑΠΕ (δηλαδή το σύνολο των feed-in-tariffs επί την παραγόμενη ενέργεια από ΑΠΕ) εκτιμώνται σε 625 εκατομμύρια Ευρώ. Η διαφορά των 110 εκατομμυρίων Ευρώ, που προκύπτει από τη μείωση της ΟΤΣ χάρη στη διείσδυση των ΑΠΕ και την αποπληρωμή των μονάδων ΑΠΕ βάσει εγγυημένης τιμής, είναι ένα καθαρό όφελος που πρέπει να απολαύσει ο καταναλωτής.
Κατά συνέπεια, είναι απολύτως εσφαλμένη η εντύπωση που έχει δημιουργηθεί σε πολλούς τον τελευταίο καιρό ότι η μεγάλη ανάπτυξη των ΑΠΕ θα επιβαρύνει τον καταναλωτή επειδή αναγκαστικά θα αυξηθεί υπερβολικά το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ. H εντύπωση αυτή οφείλεται στο ξεπερασμένο και προβληματικό σύστημα το οποίο έχει θεσμοθετηθεί από την Πολιτεία για την αποτίμηση και τον επιμερισμό του κόστους των ΑΠΕ. Η αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας μειώνει το κόστος προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας από την Ημερήσια Αγορά και η μείωση αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη με αποτέλεσμα να διογκώνεται αδικαιολόγητα το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ, το οποίο επιβαρύνει απευθείας τους καταναλωτές.
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης, ο Πρόεδρος του ΕΣΗΑΠΕ κ. Γιώργος Περιστέρης επεσήμανε τις επιπλέον θετικότατες επιπτώσεις των ΑΠΕ α) στην εθνική οικονομία (αύξηση του ΑΕΠ, αύξηση των κρατικών εσόδων από τις νέες επενδύσεις Α.Π.Ε., κλπ.), β) στην περιφερειακή ανάπτυξη (προσπορισμός εσόδων στις τοπικές κοινωνίες), γ) στην απασχόληση (διατήρηση υφιστάμενων και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας), δ) στην απορρύπανση του περιβάλλοντος (μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου) και στην αποφυγή υπέρμετρων επιβαρύνσεων των καταναλωτών για αγορά δικαιωμάτων εκπομπής CO2, ε) στη μείωση της εξάρτησης από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα (αύξηση αποφευγόμενου κόστους εισαγωγών πετρελαίου κλπ.) και στην εξοικονόμηση του λιγνίτη ως εγχώριου ενεργειακού πόρου, στ) στην ενίσχυση της ενεργεαικής ασφάλειας της χώρας και ζ) στον εξαγωγικό προσανατολισμό της «Πράσινης Ενέργειας».
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Περιστέρης, μία εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ 50 MW μεταξύ άλλων:
– Εξοικονομεί – στην περίπτωση ενός αιολικού πάρκου – 32.500 τόνους πετρελαίου ή 50.000 τόνους φυσικού αερίου, δηλαδή εισαγόμενων καυσίμων, το χρόνο, με προφανή βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου για όλη την περίοδο λειτουργίας της εγκατάστασης ΑΠΕ.
– Δημιουργεί – αναλόγως της τεχνολογίας ΑΠΕ – έως 950 θέσεις εργασίας στην περίοδο κατασκευής και έως 12 θέσεις εργασίας στην περίοδο λειτουργίας, δηλαδή περισσότερες από κάθε άλλη συμβατική πηγή ηλεκτροπαραγωγής.
– Καταβάλλει – ενδεικτικά στην περίπτωση 20ετούς λειτουργίας ενός αιολικού πάρκου – διά του Νόμου περίπου 6,5 εκατ. ευρώ στους τοπικούς Δήμους.
– Προσφέρει πλήθος αντισταθμιστικών οφελών στις τοπικές κοινωνίες.
– Αποτρέπει – στην περίπτωση ενός αιολικού πάρκου – την εκπομπή στην ατμόσφαιρα 128.000 τόνων CO2 ετησίως με συνέπεια να αποτρέπει την καταστροφή 125.000 στρεμμάτων δασικής έκτασης.
Πηγή: energypress.gr